Η δημιουργική λογιστική δραστηριοποιείται μέσα στα νόμιμα πλαίσια ενώ η απάτη προϋποθέτει παραβίαση των νομοθετικών κανόνων.
Η δημιουργική λογιστική δεν αντιβαίνει ευθέως στο νόμο, αλλά λειτουργεί μέσα στα γράμματα (στα όρια) του νόμου και των λογιστικών προτύπων. Πρόκειται στην ουσία για μια διαδικασία “χρησιμοποίησης” των κανόνων, όχι κατ’ ανάγκη με την “παράκαμψή” τους, αλλά διά της “ευκαμψίας” που συνδέεται μ’ αυτούς τους κανόνες, προκειμένου να καταρτισθούν οι λογιστικές καταστάσεις έτσι ώστε να “φαίνονται” διαφορετικές απ’ αυτό που προτίθενται οι κανόνες να παρουσιάσουν.
Η δημιουργική λογιστική θεωρείται “τελείως νόμιμη” και απολύτως θεμιτή. Ο κύριος λόγος που χρησιμοποιείται η δημιουργική λογιστική είναι η δυσκολία να γίνει ενδελεχής έλεγχος στο παρελθόν. Και μάλιστα υποστηρίζεται ότι η δημιουργική λογιστική είναι το μεγαλύτερο κόλπο / τέχνασμα μετά το Δούρειο Ίππο.
Γιαυτό η δημιουργική λογιστική παραμένει ελκυστική στις εταιρίες για εμφανείς και ευνόητους λόγους.
Η θεμιτή δημιουργική λογιστική, ενώ μπορεί να είναι παραπλανητική δεν ξεπερνάει τα όρια που τίθενται από τις λογιστικές αρχές ή το εκάστοτε νομικό πλαίσιο. Αντίθετα, όταν πρόκειται για απάτη, παραβιάζονται οι λογιστικές αρχές και οι κανόνες με σκοπό την παραπλάνηση των χρηστών των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και κυρίως των δυνητικών θεσμικών επενδυτών.
Η δημιουργική λογιστική ορίζεται ως η διαδικασία όπου σκοπίμως παραβιάζονται ή παραποιούνται οι γενικά αποδεκτές αρχές της λογιστικής, με σκοπό να παρουσιασθούν οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τα συμφέροντα κάποιου.
Διατυπώθηκε η ότι άποψη μεγάλο μέρος από την ανάπτυξη των κερδών, που συνέβη τις περασμένες δεκαετίες ήταν το αποτέλεσμα συνένωσης λογιστικών τεχνασμάτων παρά αληθούς οικονομικής ανάπτυξης. Επεξηγείται με παραδείγματα από την πραγματικότητα τις τεχνικές που μεταχειρίσθηκαν στην πράξη μερικές από τις υπόλογες εταιρίες.
Η δημιουργική λογιστική συνίσταται στην παραγωγή κερδών εκεί όπου δεν υπάρχουν τέτοια στην πραγματικότητα. Αν και μερικές φορές αυτό μπορεί να γίνεται κατά τέτοιο τρόπο ο οποίος να μην βρίσκεται σε συμφωνία με λογιστικά πρότυπα, στις περισσότερες περιπτώσεις συνεπάγεται παραποίηση ή κατάχρησή τους.
Η “δημιουργική” λογιστική γίνεται κυρίως με τη χειραγώγηση λογαριασμών του ισολογισμού (πάγια και υποχρεώσεις) και των αποτελεσμάτων χρήσης (πωλήσεις, άλλα έσοδα, έξοδα) ή με την μεταβολή των λογιστικών πολιτικών και μεθόδων που χρησιμοποιούσε μέχρι εκείνη τη στιγμή η εταιρία.
Δημιουργική λογιστική είναι η σκόπιμη αποφυγή υφιστάμενων κανόνων, αρχών και κανονισμών ή η σκόπιμη εκμετάλλευση της έλλειψης αρχών και κανόνων για την επίτευξη συγκεκριμένου αποτελέσματος ή την παρουσίαση συγκεκριμένης εικόνας της επιχείρησης στις χρηματοοικονομικές τις καταστάσεις.
Μορφές της δημιουργικής λογιστικής
Οι μορφές της δημιουργικής λογιστικής που συναντώνται συχνότερα στη βιβλιογραφία είναι:
α. η χρηματοδότηση εκτός κατάστασης χρηματοοικονομικής θέσης και
β. η ωραιοποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων (window dressing).
H ωραιοποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων
Η “ωραιοποίηση” των χρηματοοικονομικών καταστάσεων από τα στελέχη των οικονομικών διευθύνσεων, συνιστά κύρια πηγή επινοητικής λογιστικής.
Στόχος της δημιουργικής λογιστικής είναι η σκόπιμη παράλειψη ή η κακή παρουσίαση γεγονότων, λογαριασμών ή συναλλαγών και άλλων σημαντικών πληροφοριών που είναι απαραίτητες για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Η εσκεμμένη μη εφαρμογή λογιστικών αρχών, κανόνων και προτύπων αποτελούν εργαλεία που χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση, αναγνώριση, καταγραφή και αποκάλυψη ή απόκρυψη οικονομικών γεγονότων και συναλλαγών. Αποτελούν τεχνικές που διαστρεβλώνουν την πραγματική εικόνα της οικονομικής μονάδας που επιχειρούν ν’ αποδώσουν οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις.
Η ωραιοποίηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων είναι ο έντεχνος ευπρεπισμός των χρηματοοικονομικών καταστάσεων με την καταχώριση λογιστικών εγγραφών στα λογιστικά βιβλία της επιχείρησης λίγο πριν το τέλος της διαχειριστικής περιόδου και την αντιστροφή τους στο άνοιγμα της επόμενης περιόδου, με σκοπό την ευνοϊκή παρουσίαση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Η χειραγώγηση των κερδών αποτελεί το πιο βασικό εργαλείο για το window dressing. Προκύπτει στις περιπτώσεις εκείνες όπου η διοίκηση έχει τη διακριτική ευχέρεια επιλογής στη λήψη των αποφάσεων.
Λογιστικά τεχνάσματα
Τα εν λόγω εγκλήματα χαρακτηρίζονται από:
1. Χαμηλή ορατότητα, γιατί οι παραβάτες βρισκόμενοι στον τόπο που διαπράττεται το έγκλημα καλύπτουν πολύ καλά τα ίχνη τους.
2. Πολυπλοκότητα, γιατί οι οικονομικοί εγκληματίες εξαπατούν τους ελεγκτές εκμεταλλευόμενοι τη γνώση τους ιδιαίτερα σε υιοθετούμενα συστήματα της επιχείρησης καθώς και την ασάφεια των νόμων.
3. Διάχυση θυματοποίησης, δηλαδή εμπλοκή προσώπων στο οικονομικό έγκλημα λόγω ανάγκης ή άγνοιας.
4. Δυσχέρεια διερεύνησης, η οποία είναι το αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω χαρακτηριστικών και παρατηρείται συνήθως στα οικονομικά εγκλήματα των χρηματιστηρίων.
Η παραποίηση των οικονομικών αποτελεσμάτων είναι σκόπιμη και συνήθως πραγματοποιείται υπό την καθοδήγηση των ανώτατων ιεραρχικών στρωμάτων της επιχείρησης με στόχο την επίτευξη λογιστικών και όχι επιχειρηματικών σκοπών.
Τα λογιστικά τεχνάσματα ή μέθοδοι που χρησιμοποιούνται συνήθως είναι:
• Ορισμένα μεγέθη (συνήθως πάγια) μένουν εκτός ισολογισμού
• Προσαρμογή χρόνου απόσβεσης άυλων ή ασώματων παγίων
• Κεφαλαιοποίηση εξόδων που δεν πληρούν τα απαραίτητα κριτήρια κεφαλαιοποίησης
• Η εικονική ποσοτική αύξηση της απογραφής μιας επιχείρησης (του τελικού αποθέματός της), με σκοπό την καλυτέρευση των οικονομικών καταστάσεων
• Η εμφάνιση εικονικών πωλήσεων σε συγγενείς επιχειρήσεις ή και σε ανύπαρκτες οικονομικές οντότητες, και η εικονική αγοραπωλησία του τελικού αποθέματος μεταξύ 2 ομοειδών επιχειρήσεων
• Παράλειψη έκδοσης τιμολογίων πώλησης προϊόντων ή παροχής υπηρεσιών προς το κοινό
• Σκόπιμη καθυστέρηση της έκδοσης τιμολογίων πώλησης εμπορευμάτων στο τέλος της χρήσης προκειμένου να γίνει μεταφορά και εμφάνιση των πωλήσεων αυτών στην επόμενη χρήση
• Αναγνώριση κάποιων εσόδων πριν από την πραγματοποίησή τους
• Μεταφορά των συμμετοχών στα χρεόγραφα (Κυκλοφορούν Ενεργητικό), προκειμένου να βελτιωθούν οι δείκτες ρευστότητας τους.
• Εικονική μεταφορά μακροπρόθεσμων απαιτήσεων στις βραχυπρόθεσμες.
Με τα λογιστικά τεχνάσματα ή μεθόδους οι επιχειρήσεις παραποιούν τα οικονομικά τους στοιχεία και εμφανίζουν μια παραποιημένη οικονομική εικόνα που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Αποτέλεσμα αυτών των ενεργειών είναι η παραπληροφόρηση των ενδιαφερομένων (Γενική Συνέλευση, επενδυτές, πιστωτικά ιδρύματα, φορολογικές αρχές κ.α.).
Παρακάτω εξετάζονται μερικά λογιστικά τεχνάσματα.
Οι περισσότερες μη νόμιμες ενέργειες στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών κυρίως ως προς το ΦΠΑ διενεργούνται μέσω των εξής μηχανισμών:
α. Ψευδείς ενδοκοινοτικές παραδόσεις εμπορευμάτων σε άλλο κράτος – μέλος της ΕΕ χωρίς να χρεωθεί ο ΦΠΑ στο Τιμολόγιο (όπως άλλωστε προβλέπεται), ενώ στην πραγματικότητα τα εμπορεύματα είτε έχουν πωληθεί στην εσωτερική αγορά και ο ΦΠΑ δεν έχει αποδοθεί είτε έχουν ληφθεί εικονικά τιμολόγια αγορών από την εσωτερική αγορά και στη συνέχεια ζητείται η επιστροφή του ΦΠΑ αυτών. Στις ενδοκοινοτικές παραδόσεις, οι εμπλεκόμενοι σε τέτοιου είδους συναλλαγές επωφελούνται από την καθυστέρηση της Αμοιβαίας Συνδρομής μεταξύ των Κρατών – Μελών. Τα εμπορεύματα μπορεί να δηλώνονται ότι παραδίδονται σε άλλο Κράτος – Μέλος (ως ενδοκοινοτική παράδοση με απαλλαγή του ΦΠΑ), ενώ αυτά διοχετεύονται στο εσωτερικό της χώρας χωρίς να εκδίδεται φορολογικό στοιχείο και χωρίς να εμφανίζονται τ’ ακαθάριστα έσοδα.
β. Ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών από άλλο Κράτος – Μέλος, οι οποίες είτε δεν καταχωρούνται στα βιβλία και δηλώνονται στις οικείες δηλώσεις, είτε δηλώνονται με διαφορετική αξία.